Να το πάμε τόσο πίσω; Στα Ομηρικά Έπη, λοιπόν. Ένας τυφλός άντρας που πολλές πόλεις πια τον διεκδικούν ως «δικό» τους, αρχίζει να «λέει» τις ιστορίες του κόσμου που βρεχόταν, ας πούμε, από το Αιγαίο Πέλαγος, σ’ αυτή τη γωνιά της Μεσογείου, πριν χιλιάδες χρόνια. Πρώτα για τον πόλεμο στην Τροία, «Ιλιάδα», κι ύστερα για τις περιπέτειες του πολυμήχανου Οδυσσέα με τον ομώνυμο τίτλο. Ακόμη στις αφηγήσεις του Ομήρου, λοιπόν, ανακαλύπτουμε τον εαυτόν μας, τα ανθρώπινα -και «θεϊκά» μας- πάθη και τον τροχό της Ιστορίας να αλέθει.

Σήμερα οι ψυχολόγοι μας λένε πως ανάλογα με το πώς αφηγούμαστε τη ζωή μας, τη διαμορφώνουμε κιόλας και οι σύγχρονοι γκουρού της διοίκησης υπενθυμίζουν ότι οι ηγέτες των επιχειρήσεων -και όχι μόνο- λέγοντας την «ιστορία» τους μπορούν να χτίσουν ή να γκρεμίσουν ολόκληρους κολοσσούς. Νομίζω σε επίπεδο κοινωνίας, το βιώσαμε το διάστημα τη καραντίνας. Με τον γιατρό, κ. Σωτήρη Τσιόδρα, κυρίως να γίνεται και ο «αφηγητής» που χρειαζόμασταν για να μας εμπνεύσει, να μας πληροφορήσει, να μας κάνει να πιστέψουμε στους τρόπους προφύλαξης και σωτηρίας μας από τον ιό. Και να δεχτεί και τα πυρά, βεβαίως. Σε μια πανδημία, λοιπόν, η αφήγηση έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τι ειρωνεία, ε, όταν οι κατ’ επάγγελμα αφηγητές -ηθοποιοί, καλλιτέχνες, τραγουδιστές, χορευτές- ήταν σπίτι τους κι αυτοί κλεισμένοι κι έπρεπε να βρουν τρόπο να πουν κι αυτοί την ιστορία τους.

Όταν δεν έχουμε αφηγητή, πρέπει να τον εφεύρουμε. Και όταν οι συνθήκες το απαιτήσουν, θα γίνει αφηγητής ο πιο κατάλληλος… Θα τον αναδείξει η ανάγκη.

Στη συνέχεια τώρα αντιμετώπισης της πανδημίας, θα είναι καταλυτικός ο ρόλος και όλων των αφηγητών που στερηθήκαμε κι είναι αυτή η τέχνη τους. Σκεφτόμουν, βλέποντας τις διαμαρτυρίες των καλλιτεχνών στο Σύνταγμα, ότι η διαμαρτυρία τους μπορεί να ήταν μεν για την οικονομική και καλλιτεχνική τους επιβίωση, αλλά στην ουσία -άλλωστε όσοι ασχολούνται με την Τέχνη, τα «οσμίζονται» όλα λίγο νωρίτερα- ίσως να είχαν κατέβει στο δρόμο για τη νέα τροπή που έπαιρνε η ανθρωπότητα. Ποιος θα είναι πρώτος σε θέση να το «πει»; Μα, ο αφηγητής… Αυτός ο ενοχλητικός γελωτοποιός που λέει την «αλήθεια» στο βασιλιά και τρώει το κεφάλι του ή αυτός ο αγγελιοφόρος των ειδήσεων που την πατάει πρώτος.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει τόσο εθιστικά σε όλους -πέρα από την επίδραση σε κέντρα του εγκεφάλου που ενεργοποιούν την επιβράβευση-, γιατί δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να «αφηγηθούν». Πόσο ζουν όμως αυτές οι …αφηγήσεις; Τι επιρροή ασκούν; Ποιος υποκινείται ή παρακινείται απ’ αυτές; Αυτή η συνεχής ανάγκη να λες, πόσο σε απομακρύνει από τη δυνατότητα να πράττεις;

Προχθές, σε έναν περίπατό μου στο λόφο, μια κυρία βρίστηκε, τσακώθηκε με την άλλη για τα σκυλιά. Η πρώτη της κίνηση ήταν να έρθει σε μένα που στεκόμουν μακριά αποστασιοποιημένη, να μου πει την «ιστορία» της. Μόλις την απέτρεψα, της προκάλεσα μεγαλύτερη ενόχληση από την εμπλοκή της στον καβγά…

Με πόση σοφία, λοιπόν, επιλέγουμε τις αφηγήσεις μας;

Πόσο καταλυτικός στον πολιτισμό των ανθρώπων είναι ο ρόλος αυτών που διασώζουν τις γραπτές αφηγήσεις, τη λογοτεχνία, ας πούμε. Εάν κάτι αποκάλυψε η πανδημία, ήταν η πνευματική και διανοητική μας ένδεια. Η φτώχεια ή η αδυναμία μας να συναισθανθούμε -αυτή η απίστευτη αρετή της ενσυναίσθησης που καλλιεργείται με την ανάγνωση, μια άλλου τύπου δηλαδή ενεργητική ακρόαση ή παθητική δράση- σε μεγάλο βαθμό ίσως έχει να κάνει με τις αφηγήσεις που «καταναλώνουμε».

Άραγε αυτός ο κατακερματισμός των αφειδώς και άκοπα ονομαζόμενων story-telling πότε βρίσκει το μάστορά του κι έρχεται ένας ή λίγοι τέλος πάντων άξιοι αφηγητές και βάζουν τα πράγματα στη θέση τους, κρατώντας και φιλτράροντας το απόσταγμα, το ωφέλιμο, είτε βάλσαμο είτε δηλητήριο; Ίσως όταν πια η ιστορία μέσα στη μεγάλη Ιστορία έχει τελειώσει κι αυτός που στέκεται σε μιαν απόσταση, αποφασίσει απλώς να την πει… Κάποιος πρέπει να κάνει τη σούμα, στο τέλος.

Δημοφιλή τώρα